Παρασκευή 20 Φεβρουαρίου 2009

19 Φεβρουαρίου- Και στη μέση θάλασσα

Μακριά από τα στερεότυπα

Ο Νίκος Αραπάκης κάνει μια εξαιρετική συγγραφική αρχή με το «Και στη μέση η θάλασσα». Ενα μυθιστόρημα για τα πάθη των ανθρώπων αλλά και των λαών.


Συνέντευξη στον Γιάννη Πλιώτα


Ενάμιση μόνο βήμα πριν το καρναβάλι και στο σημερινό φύλλο αφήνουμε πίσω τη «λονδρέζικη μέρα» της περασμένης εβδομάδας, προκειμένου να ταξιδέψουμε σ’ ένα αλληγορικό παραμύθι, που διαδραματίζεται σε τόπους και χώρες, που μοιάζουν με την Ελλάδα και την Τουρκία αλλοτινών καιρών.

Βρέθηκε λοιπόν στα χέρια μου το «Και στη μέση η θάλασσα», ένα πολύ καλό μυθιστόρημα που κυκλοφόρησε πρόσφατα ο εκδοτικός οίκος Ν.&Σ. Μπατσιούλας. Συγγραφέας είναι ο πρωτοεμφανιζόμενος Νίκος Αραπάκης, ο οποίος γεννήθηκε το 1969 στην Καλαμάτα και όπως θα διαπιστώσετε έχει κάνει μια εξαιρετική συγγραφική αρχή. Διαβάζοντας το πρώτο κεφάλαιο είχα την εντύπωση ότι το «Και στη μέση η θάλασσα» πρόκειται για ένα ναυτικό μυθιστόρημα, είδος που μου είχε λείψει, αλλά η συνέχεια ήταν κάπως διαφορετική, χωρίς αυτό να σημαίνει ότι λείπει απ’ τις σελίδες του η έντονη μυρωδιά της αλμύρας.

Το «Και στη μέση η θάλασσα» αφηγείται την πολύπαθη ιστορία του Αβέρκιου, ενός ναυτικού από τη Ρωμανία, ο οποίος έχει συνάψει εμπορικές συναλλαγές με τη Σαρακίνα, μια χώρα που μοιάζει με την οθωμανική αυτοκρατορία του τέλους του 19ου αιώνα. Εκτός από το εμπόριο, όμως η εξωτική Σαρακίνα έλκει τον Αβέρκιο εξαιτίας των μεθυστικών αρωμάτων της Ανατολής, τα οποία τελικά θα τον παρασύρουν και στις συμπτώσεις ενός επικίνδυνου παιχνιδιού αγάπης. Πέρα από τα πάθη, όμως, των ανθρώπων υπάρχουν και τα πάθη των λαών. Εξαιτίας ενός πολέμου που έχει προηγηθεί και φυσικά του μίσους που προϋπάρχει μεταξύ Ρωμανών και Σαρακηνών, οι δύο χώρες δεν διατηρούν διπλωματικές σχέσεις και αυτή είναι η αιτία που πολεμοκάπηλοι και κάθε είδους μεσάζοντες αποφασίζουν να εκμεταλλευτούν με σκοπό -τι άλλο;- το κέρδος. Τελικά το ερώτημα που τίθεται και καλείται ο αναγνώστης να απαντήσει μαζί με τους ήρωες, είναι αν τους δύο λαούς χωρίζουν ουσιαστικές διαφορές ή μονάχα η θάλασσα.

Γλώσσα και συμπτώματα

Διέκρινα δύο σημαντικά κι αξιοπρόσεκτα στοιχεία στη γραφή του Νίκου Αραπάκη. Πρώτα απ’ όλα είναι η γλώσσα που χρησιμοποιεί. Επιλέγει εκτός από την αποτύπωση της ομιλίας των ηρώων, να ντύσει όλο το λόγο του με μια ιδιαίτερη ντοπιολαλιά, πολύ ξεχωριστή, που είμαι σίγουρος ότι θα ξυπνήσει μνήμες στους μεγαλύτερους και θα διανθίσει το λεξιλόγιο των νεώτερων με πολύτιμα λαογραφικά στοιχεία. Το δεύτερο στοιχείο και κατά τη γνώμη μου ο πυρήνας γύρω απ’ τον οποίο περιστρέφεται το βιβλίο, είναι ο πολιτικοποιημένος λόγος του, δηλαδή η πολύ έντονη διάθεση καυτηρίασης διαχρονικών συμπτωμάτων της πολιτικής ζωής του τόπου μας. Ιντριγκες, ηδυπάθεια, φθόνος, παρωπιδικός υπεπατριωτισμός, διαφθορά, νεποτισμός και όλα τα υπόλοιπα που κατακρίνουμε, πλην όμως καταφέρνουν να αναπαράγονται διαμέσου των αιώνων.

Φανταστικό χρονογράφημα

Συνολικά το «Και στη μέση η θάλασσα» είναι ένα φανταστικό χρονογράφημα μιας εποχής που θα μπορούσε να αναχθεί με ακρίβεια σε οποιαδήποτε εποχή της ιστορίας μας και να εξακολουθεί να σκιαγραφεί επιτυχημένα την κατάσταση μεταξύ ημών και της γείτονος. Εξαιτίας συγκεκριμένων, μη άμεσα ορατών συνιστωσών, θα το χαρακτήριζα ένα κράμα του «Imperium» του Μιχάλη Σπέγγου και του κλασικού «Τα ταξίδια του Γκιούλιβερ» του Τζόναθαν Σουίφτ. Διαβάζεται τόσο γρήγορα όσο και ευχάριστα, σημειώστε τη συνολικά καλαίσθητη έκδοση και περισσότερα θα μάθετε ανατρέχοντας σε όσα ενδιαφέροντα μου είπε ο συγγραφέας.

- Πόσο εφικτή θα ήταν στη σύγχρονη εποχή μια εκ βαθέων προσέγγιση της χώρας μας και της Τουρκίας;

Δυστυχώς, πραγματική προσέγγιση μεταξύ των δυο κρατών, δεν μπορεί να υπάρξει υπό τις παρούσες συνθήκες. Ηγέτες χαμηλού βεληνεκούς, συμφέροντα άλλων χωρών, αντιπαλότητα περασμένη από γενιά σε γενιά και στις δυο πλευρές τη θάλασσας καθώς και διάφοροι άλλοι λόγοι, που εδώ δεν μπορούν να αναφερθούν λόγω έλλειψης χώρου, δεν το επιτρέπουν. Για να ξεπεραστούν πάθη και έριδες αιώνων χρειάζεται ένα πλήθος πραγμάτων: παιδεία, ρεαλισμός, κατανόηση και πάνω απ’ όλα ανοιχτόμυαλες ηγεσίες που θα έχουν κατά νου να εξυπηρετήσουν τα συμφέροντα των λαών τους και όχι τις ορέξεις διαφόρων... καλοθελητών. Ισως... κάπου... κάποτε... Επί του παρόντος, ανέφικτο.

- Πόσο ίδιοι είναι σήμερα οι δύο λαοί; Τι μας χωρίζει και τι μας ενώνει εκτός από τη θάλασσα;

Δεν ξέρω αν είμαστε ίδιοι ή διαφέρουμε, έχω την αίσθηση όμως ότι αυτό δεν έχει και μεγάλη σημασία. Η καλή γειτονία όμορων κρατών δεν αφορά στις ομοιότητες ή στις διαφορές τους, αφορά πρωτίστως στην κατανόηση. Οταν είσαι σε θέση να κατανοήσεις, οι ομοιότητες θα σε ενώσουν και οι διαφορές θα σε προβληματίσουν, θα σε στεναχωρήσουν αλλά σίγουρα δεν θα σε καταστρέψουν. Τώρα, όσον αφορά στο δεύτερο σκέλος της ερώτησή σας, το μόνο που μας ενώνει και μας χωρίζει και μου έρχεται εύκολα στο μυαλό είναι «οι εταιρείες οπλικών συστημάτων» και οι εκπρόσωποί τους. Αν έχουν ξεπουλήσει, όλα καλά. Αν όχι...

- Εχετε συναντήσει αντιδράσεις από υπερπατριώτες;

Μακάρι, αλλά πού τέτοια τύχη. Ποιος δεν θα ήθελε να του κάψουν το βιβλίο του έξω από κάποιο βιβλιοπωλείο, παρουσία καμερών; Εσείς που είστε του χώρου, πρέπει να γνωρίζεται ότι αυτός είναι ένας σίγουρος τρόπος να κάνεις μπεστ σέλερ. Βέβαια, ποτέ δεν ξέρεις, η ελπίδα πεθαίνει τελευταία. Πέραν του αστείου, νομίζω ότι το βιβλίο καταθέτει άποψη χωρίς να προσβάλλει. Κυρίως όμως όποιος το διαβάσει πρέπει να έχει κατά νου ότι είναι μυθιστόρημα και όχι ιστορικό δοκίμιο ή εγχειρίδιο περί της σχέσεως των δυο λαών.

- Γιατί επιλέξατε να χρησιμοποιήσετε τη Ρωμανία και τη Σαρακίνα, δύο φανταστικές χώρες; Θα άλλαζε το βιβλίο αν ήταν τοποθετημένο σε συγκεκριμένο ιστορικό πλαίσιο;

Βασικά ήθελα να απεμπλέξω τον αναγνώστη από τα διάφορα στερεότυπα που κουβαλάει μέσα του για τις δυο χώρες, αλλά κυρίως δεν ήθελα να γράψω ένα ακόμη μυθιστόρημα για την «Πόλη» ή τη Σμύρνη, από αυτά που γράφονται σωρηδόν τα τελευταία χρόνια. Αν έφτιαχνα αυτό που ο κόσμος αποκαλεί «ιστορικό μυθιστόρημα», θα ήμουν αναγκασμένος να ακολουθήσω την πεπατημένη, δηλαδή, μυθοπλασία λίγο πολύ στηριγμένη σε πραγματικά ιστορικά περιστατικά. Εμένα όμως δεν με ενδιέφερε να ξαναπώ την ιστορία, αλλά να καυτηριάσω όλους αυτούς που ασελγούν εις βάρος της.

- Με ποιον ήρωα του βιβλίου ταυτίζεστε περισσότερο και ποιανού τη ζωή θα ζηλεύατε;

Οι περισσότεροι, έχω την αίσθηση, θα σαγηνευτούν από τον ηρωισμό του Μπουλέντ ή την αγνότητα του Κωσταντή. Εμένα πάντως, θα μου επιτρέψετε να πρωτοτυπήσω και να δηλώσω οπαδός δυο όχι και τόσο κεντρικών ηρώων, του Ευτύχιου και της Ευγενίας, της πεθεράς του. Του μεν πρώτου γιατί δρα και πράττει κόντρα στην αδύναμη φύση του, και της δεύτερης γιατί είναι ο πλέον αληθινός χαρακτήρας αφού είναι στηριγμένος κατά μεγάλο ποσοστό στη μάνα μου. Κοινώς θαυμάζω τη μαμά μου που η τρέλα της δεν έχει όριο! Τώρα, στο δεύτερο που με ρωτήσατε, η απάντηση, νομίζω, είναι εύκολη. Η ζωή του Αβέρκιου είναι κάτι που, αν όχι όλοι, τουλάχιστον οι περισσότεροι θα ζηλεύαμε.

- Τα εγκλήματα κατά του λαού τιμωρούνται δικαιότερα με την ποινή του θανάτου ή με τη διαπόμπευση;

Αλλο πράγμα το σήμερα και άλλο ένα μυθιστόρημα που περιγράφει κάτι που θα μπορούσε να είχε γίνει κάποιες εκατοντάδες χρόνια πριν. Σήμερα δεν μπορεί, για κανένα λόγο, να υπάρχει ποινή του θανάτου για οποιοδήποτε αδίκημα. Τα κράτη που τη χρησιμοποιούν είναι είτε βάρβαρα, είτε ολοκληρωτικά. Βέβαια, ούτε η διαπόμπευση είναι αρκετή για κάποιους που επιβουλεύονται ή καταλύουν τη δημοκρατία. Θα ταυτιστώ απόλυτα με τη ρήση του αείμνηστου Κωνσταντίνου Καραμανλή για τους πραξικοπηματίες της εικοστής πρώτης Απριλίου του ’67: «όταν λέμε ισόβια, εννοούμε ισόβια».

- Ποιες οι δυσκολίες στο χώρο για έναν πρωτοεμφανιζόμενο συγγραφέα;

Δυστυχώς, πάρα πολλές. Σήμερα, πλην ελαχίστων εξαιρέσεων, οι εκδοτικοί οίκοι βλέπουν τι μπορεί να τους φέρει κέρδος και όχι τι έχει αξία. Γνωρίζω ανθρώπους που γράφουν καλά και έχουν κάτι να πουν, αλλά δεν έχουν καταφέρει ποτέ να εκδώσουν τίποτα γιατί, σύμφωνα με τους ειδήμονες των εκδοτικών οίκων, είναι αντιεμπορικοί. Στον αντίποδα άνθρωποι με ασήμαντες απόψεις και γραφτά, ή «μπάρμπα στην Κορώνη», όχι μόνο εκδίδονται αλλά συχνά πυκνά είναι και ευπώλητοι. Τι να πεις, σημεία των καιρών. Ασήμαντα βιβλία που το μόνο που προσφέρουν είναι «αποβλάκωση» σπάνε ταμεία. Για να μην μεμψιμοιρούμε όμως, νομίζω, ότι όταν κάποιος το έχει και το θέλει πολύ, αργά ή γρήγορα, θα βρει το δρόμο του.

- Ετοιμάζετε κάτι καινούργιο;

Ναι, σε λίγο καιρό τελειώνω ένα καινούργιο μυθιστόρημα, που εκτυλίσσεται στα χρόνια της Γερμανικής κατοχής και του εμφυλίου και το οποίο, αν πάνε καλά τα πράγματα, θα κυκλοφορήσει προς το τέλος της χρονιάς. Φιλοδοξία μου είναι, εστιάζοντας στους απλούς και καθημερινούς ανθρώπους της εποχής, να δώσω στον αναγνώστη μια όσο το δυνατόν πιο αντικειμενική εικόνα του τι συνέβαινε τότε. Και, πιστέψτε με, συνέβαιναν φοβερά και τρομερά πράγματα. Η ζωή είχε αξία όσο μια «Τρύπια Πεντάρα».

Δεν υπάρχουν σχόλια: